
Γιάννος Σταυρινίδης
Η χρονιά που φεύγει υπήρξε «πλούσια» για τα εργασιακά ζητήματα, χωρίς να υπονοείται πως το 2026 θα είναι αλλιώς. Στην Κύπρο η διαχείριση των θεμάτων της απασχόλησης μοιάζει περισσότερο με προσπάθεια τετραγωνισμού του κύκλου. Από τη μια, οι εργαζόμενοι δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και κυρίως να κρατήσουν τον ρυθμό αύξησης των εισοδημάτων τους σε ισορροπία με το κόστος ζωής. Από την άλλη, οι εργοδότες παρακολουθούν την αυξανόμενη πίεση του εργατικού κόστους και ανησυχούν για τη μείωση των περιθωρίων κέρδους.
Την εργασιακή εξίσωση έρχεται να συμπληρώσει η κυβέρνηση, η οποία λειτουργεί ως ενδιάμεσος αγνοώντας πως στην πραγματικότητα είναι εργοδότης, και μάλιστα ο μεγαλύτερος στην Κύπρο. Μέσα από πρωτοβουλίες, όπως ο κατώτατος μισθός και η ΑΤΑ, επιδιώκει να βελτιώσει τα οικονομικά δεδομένα των οικονομικά ασθενέστερων. Οι προσπάθειές της, όμως, σκοντάφτουν στη θέση των εργοδοτών πως αυτοί οι μηχανισμοί δεν προσφέρονται για παραχώρηση αυξήσεων.
Σύμφωνα με τους εργοδότες οι αυξήσεις θα πρέπει να συνδέονται με την παραγωγικότητα και την απόδοση. Για την κυβέρνηση η καλή πορεία των δεικτών της οικονομίας δημιουργεί χώρο για βελτίωση των μισθολογικών δεδομένων των εργαζομένων. Γιατί μπορεί οι δείκτες της οικονομίας να καταγράφουν θετικά αποτελέσματα, οι επιχειρήσεις όμως εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Προκλήσεις σχετικά με τη δομή της οικονομίας που ξεπερνά εργοδότες και εργαζόμενους. Πρόκειται ασφαλώς για το χαμηλό επίπεδο των αναπτυξιακών επενδύσεων στη χώρα μας που δεν επιτρέπει το άλμα παραγωγικότητας. Ποιες είναι όμως ο αιτίες για αυτή την κατάσταση; Θα αναφερθούμε στις δύο βασικές: πρώτον, σχετίζεται με τη διστακτικότητά του ιδιωτικού τομέα να αναλάβει αυξημένο κίνδυνο και δεύτερον και κυριότερο σχετίζεται με την απουσία οράματος των τελευταίων κυβερνήσεων, έχοντας αφήσει αναξιοποίητα σημαντικά ορόσημα όπως ήταν το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής του 2013 και το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας του 2021. Ως αποτέλεσμα, η οικονομία λειτουργεί σε συνθήκες χαμηλής παραγωγικότητας. Και όσο θα συμβαίνει αυτό οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα είναι χαμηλά, προκαλώντας άγχος και αβεβαιότητα. Και ενώ θα συμβαίνει αυτό, οι εργαζόμενοι σε δημόσιο, ημικρατικούς οργανισμούς και τράπεζες θα απολαμβάνουν αυξημένα οφέλη, χωρίς την προϋπόθεση της παραγωγικότητας και τότε η πίεση από τα κόμματα και τις συντεχνίες θα αυξάνεται. Και απουσία εναλλακτικών, τα κόμματα θα πιέζουν για νομοθετικές πρωτοβουλίες προσπαθώντας να ανταποκριθούν στην πίεση των πολιτών.
Σε αυτό το δύσκολο εργασιακό περιβάλλον ο ιδιωτικός τομέας έχει να αντιμετωπίσει την έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού και δεξιοτήτων σε συγκεκριμένους κλάδους, όπως είναι οι μεταφορές, η υγεία, τα ξενοδοχεία και τα κέντρα αναψυχής.
Για όσο η κυπριακή οικονομία θα εξακολουθεί να αναπτύσσεται σε επίπεδο δεικτών τα μαύρα σύννεφα θα πυκνώνουν. Από τη μια η κυβέρνηση θα υπερτιμά τις δημοσιονομικές δυνατότητες του κράτους, αυξάνοντας και ενισχύοντας την επίλεκτη ομάδα των δημοσίων υπαλλήλων, από την άλλη οι συντεχνίες θα ζητούν αυξήσεις που οι εργοδότες δεν θα είναι πρόθυμοι να δώσουν.
Έτσι περίπου θα κυλήσει και το 2026, επιβαρυμένο και με την ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας, όπως είναι τα λιμάνια, η δημόσια υγεία και οι μεγάλες βιομηχανίες.
Αν το 2025 καταφέραμε να αποφευχθεί η σύγκρουση, η νέα χρονιά έρχεται με ένα επιπλέον βάρος: τη μεταρρύθμιση για ενίσχυση των συντάξεων. Καλά Χριστούγεννα.