
Του Θανάση Φωτίου
Δυο μέρες αφότου γνωστοποιήθηκαν από την ΕΔΥ τα αποτελέσματα των εξετάσεων για τις θέσεις γενικών διευθυντών Υπουργείων, στα οποία καταγραφόταν η μεγάλη επιτυχία της πρώην διευθύντριας των Κεντρικών Φυλακών, η οποία αναδείχτηκε πρώτη των πρώτων, και μάλιστα με διαφορά έξι μονάδων από τον δεύτερο, περίπου οκτώ από τον τρίτο και δέκα από τον τέταρτο, αποφασίστηκε η ανανέωση για άλλους δύο μήνες της διαθεσιμότητάς της, στην οποία βρισκόταν λόγω των ερευνών για τη γνωστή υπόθεση των εγγράφων. Κι αυτό έγινε από το ίδιο Διοικητικό Δικαστήριο που μερικές ημέρες προηγουμένως την είχε αναιρέσει.
Η Άννα Αριστοτέλους, εδώ και μια δεκαετία, δεν έπαψε στιγμή να μας «απασχολεί». Από τότε δηλαδή, το 2016, που διορίστηκε διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών. Και σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε –κατά γενική ομολογία– τη μεταστροφή της εικόνας τους, περνώντας από τη ζοφερή σκοτεινιά στη φωτεινή εξαίρεση. Και η ίδια να γίνεται η «Μαμά Άννα», μια προσφώνηση που της αποδόθηκε από τους κρατούμενους τους ίδιους και αποτέλεσε αντικείμενο ειρωνειών από τρίτους.
Για εκείνη, ωστόσο, ήταν τίτλος τιμής. «Όταν έρχονται μέσα παιδιά κατεστραμμένα, που δεν έχουν κανένα και δεν τους στηρίζει κανένας και στις Φυλακές έμαθαν γράμματα, στις Φυλακές είχαν φαγητό να φάνε, στις Φυλακές ένιωσαν αγάπη, στις Φυλακές βρήκαν οικογένεια, στις Φυλακές ένιωσαν ότι ξαναγεννήθηκαν και σε αυτούς τους ανθρώπους είμαστε η οικογένειά τους και αυτοί οι άνθρωποι με δίδαξαν πάρα πολλά, ας αναλογιστεί ο καθένας τις ευθύνες του».
Μιας άλλης φιλοσοφίας
Είναι γεγονός ότι η Άννα Αριστοτέλους ανέλαβε τα καθήκοντά της σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο για το σωφρονιστικό σύστημα. Οι αυτοκτονίες, οι βιασμοί, οι αποδράσεις, οι εξεγέρσεις, ήταν σχεδόν σε ημερήσια διάταξη. Θυμηθείτε ότι του διορισμού της είχαν προηγηθεί 6 αυτοκτονίες σε 10 μήνες. Πέραν της ειδησεογραφίας, οι εκθέσεις της Επιτρόπου Διοικήσεως και μαρτυρίες μέσα από τις Φυλακές –κρατουμένων και μελών του προσωπικού– πιστοποιούν ότι το σύστημα είχε καταρρεύσει και είχε οδηγήσει στην εξαθλίωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, με βασανιστήρια, ομαδικές τιμωρίες, υποχρεωτικό ξύρισμα και κούρεμα, χωρίς ζεστό νερό, κακή διατροφή… Ακολουθείτο ένα απηρχαιωμένο τιμωρητικό μοντέλο και συνθήκες κράτησης που οδήγησαν ακόμα και σε καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας από το ΕΔΑΔ.
Η ίδια ήταν άλλης «σχολής». Εξηγούσε χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξή της: «Δεν έχει σημασία το φύλο. Έχει σημασία η φιλοσοφία την οποία εφαρμόζεις καλλιεργώντας στην πράξη τον αλληλοσεβασμό. Με τους κρατούμενούς μας, υπάρχει πλήρης αλληλοσεβασμός και αλληλοεκτίμηση, καθώς κανένας άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος δεύτερης κατηγορίας. Η Φυλακή είναι μέρος της κοινωνίας. Εν δυνάμει όλοι θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στη Φυλακή».
Ακολουθώντας αυτή τη φιλοσοφία, εισάγοντας προγράμματα επιμόρφωσης και κοινωνικοποίησης και δημιουργώντας ψυχαγωγικές συνθήκες μέσα από διάφορες δραστηριότητες, κατάφερε να επιφέρει την τάξη και ταυτόχρονα να κερδίσει την εμπιστοσύνη και τον σεβασμό των κρατουμένων. Αλλά και την προσοχή εκτός συνόρων, με τους διεθνείς οργανισμούς να κατατάσσουν τις Κεντρικές Φυλακές της Κύπρου μεταξύ των καλύτερων στον κόσμο. Και να προκαλέσει το ενδιαφέρον του Netflix για τη δημιουργία ειδικού ντοκιμαντέρ.
Η αντίστροφη μέτρηση
Είναι γεγονός ότι δεν έβλεπαν όλοι με καλό μάτι αυτή την εξέλιξη – ούτε και συμφωνούσαν όλοι με τις μεθόδους της. Και οι λόγοι που συνέβαινε αυτό δεν ήταν κοινοί. Ψίθυροι και φήμες για σκιές, δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Πίσω από το ήρεμο, σχεδόν ατάραχο πρόσωπο, κρυβόταν κάποια άλλη, έλεγαν. Και πως έλεγχε τα πάντα –κόσμο και υπόκοσμο– μέσα από τις φυλακές, φροντίζοντας με διάφορα μέσα να γνωρίζει τα πάντα. Και από ένα σημείο και μετά, από τη γνωστή καταγγελία κατά του ανώτερου αξιωματικού της Αστυνομίας και έπειτα, και πολλά άλλα μέσα από ρεπορτάζ, βίντεο και φωτογραφίες για «τέρατα» εντός των Φυλακών. Με τα οποία, ωστόσο, δεν συμφωνούσαν οι εκθέσεις της Επιτροπής Πρόληψης των Βασανιστηρίων (CPT) και οι διαπιστώσεις ευρωπαϊκών οργάνων.
Χιονοστιβάδα εξελίξεων
Όσα ακολούθησαν το αμέσως επόμενο διάστημα του Ιουνίου του 2022, μοιάζουν με χιονοστιβάδα. Η γραπτή καταγγελία της στον γενικό εισαγγελέα εναντίον του υψηλόβαθμου αξιωματικού της Αστυνομίας, Μιχάλη Κατσουνωτού, ισχυριζόμενη ότι ο βαθμοφόρος αξιωματικός φέρεται να συνομιλούσε με βαρυποινίτη ζητώντας στοιχεία για την προσωπική της ζωή, ο διορισμός ποινικού ανακριτή να εξετάσει τις καταγγελίες Αριστοτέλους, η διαθεσιμότητα του συγκεκριμένου αξιωματικού, η παρείσφρηση άλλων υποθέσεων, γνωστών μεν, που κάνει ωστόσο τις Αρχές να «πέσουν από τα σύννεφα», ο διορισμός κι άλλων ποινικών ανακριτών με εντολή να διερευνήσουν για ενέργειες εντός των φυλακών, όπως η διακίνηση ναρκωτικών και η χρήση τηλεφώνων, η απόφαση μετακίνησης του Κατσουνωτού στη Λιμενική, το πόρισμα καταπέλτης για τις φυλακές, σύμφωνα με το οποίο «επιβεβαιώνεται η εικόνα εισαγωγής, εμπορίας και χρήσης ναρκωτικών ουσιών εντός των Φυλακών, με τη συνδρομή μελών του προσωπικού» και τη διαπίστωση βάσει των ευρημάτων «ότι, τα μέτρα που λαμβάνονται από τη Διεύθυνση των Φυλακών δεν είναι ούτε επαρκή ούτε αποτελεσματικά», τη μη δίωξη Κατσουνωτού για «λόγους δημοσίου συμφέροντος», την απόφαση της Άννας Αριστοτέλους και της Αθηνάς Δημητρίου να ζητήσουν μετακίνηση επικαλούμενες λόγους ασφαλείας και η μετάθεσή τους στην Ελεγκτική Υπηρεσία, οι διαρροές email, τα χιλιάδες απόρρητα έγγραφα που βρέθηκαν σε οικία αρχιδεσμοφύλακα, τη διαθεσιμότητα της Άννας Αριστοτέλους…
Σκιές
Και όλα αυτά να συνοδεύονται από σκιές, πάρα πολλές σκιές. Και υποψίες που πηγάζουν κι από δύο ταχυτήτων ενέργειες εκ μέρους των Αρχών. Και ενδείξεις για σκοπιμότητες, προερχόμενες από κάθε πλευρά και από κάθε κομμάτι ενός δισεπίλυτου παζλ. Σαν έργο της Άγκαθα Κρίστι, με πολλούς ύποπτους χαρακτήρες, παράξενες κινήσεις και μυστήριες συμπεριφορές. Ακολουθώντας μέχρι σήμερα το ίδιο τέμπο, των εξετάσεων και την πρώην διευθύντρια των Κεντρικών Φυλακών που θα γινόταν διευθύντρια και την επανεργοποίηση της διαθεσιμότητας…
Και με ένα τεράστιο ερωτηματικό: Τι ήταν τελικά η Άννα Αριστοτέλους που έγραψε ιστορία ως «Μαμά Άννα»; Μια τολμηρή φωνή που έκανε «επανάσταση», κόντρα στο βαθύ κράτος που διαφεντεύει τα πάντα; Μια φιγούρα εξίσου σκοτεινή, που θέλησε να παίξει το δικό της παιχνίδι, αλλάζοντας τους «κανόνες»; Μήπως κάτι άλλο, μια τρίτη επιλογή ως απάντηση;



























