Επί δεκαετίες, το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής των προηγμένων τσιπ γινόταν στην Ταϊβάν. Υστερα, όμως, οι αναταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας στην πανδημία και η εχθρική στάση της Κίνας απέναντι στο νησί ανέδειξε τους κινδύνους της συγκέντρωσης της παραγωγής, ιδίως αφότου η ζήτηση εκτινάχθηκε με την τεχνητή νοημοσύνη.
Τώρα, η Γερμανία, όπως και οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, ξοδεύουν δισεκατομμύρια στην ενίσχυση της δικής της παραγωγής με τη βοήθεια του κολοσσού του κλάδου, της TSMC από την Ταϊβάν. Σε κοινοπραξία με μία ομάδα ευρωπαίων παραγωγών τσιπ, η TSMC χτίζει εργοστάσιο στη Δρέσδη. Πρόκειται για επένδυση 10 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα μισά προέρχονται από τη Γερμανία. Η παραγωγή αναμένεται να ξεκινήσει το 2027 και το όραμα είναι η δημιουργία μιας «Σίλικον Σαξονίας».
Η έγκαιρη εκκίνηση της λειτουργίας του εξαρτάται εν μέρει από τη στήριξη ενός δικτύου χημικών μονάδων και επιχειρήσεων εξοπλισμού από την Ταϊβάν, οι οποίες έχουν προσαρμόσει τα προϊόντα τους βάσει των προδιαγραφών της εταιρείας. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς τους καίριους προμηθευτές είπαν ότι δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τις περίπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης, τους εργασιακούς νόμους και τους περιβαλλοντικούς κανόνες της Ευρώπης.
Η ανάγκη της Ευρώπης να φτιάξει τα δικά της τσιπ έγινε ακόμα πιο επείγουσα τον περασμένο μήνα, όταν μία αντιπαράθεση για την κινεζική εταιρεία κατασκευής τσιπ Nexperia στην Ολλανδία περιόρισε την προμήθεια ημιαγωγών για αυτοκίνητα. Η Ευρώπη κατασκευάζει λιγότερο από το 10% των προηγμένων τσιπ του κόσμου. Με τη βοήθεια της TSMC, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θέλουν να διπλασιάσουν αυτό το ποσοστό μέχρι το τέλος της δεκαετίας.
Το ποσοστό της Ευρώπης στην παγκόσμια παραγωγή τσιπ άρχισε να μειώνεται αφότου η TSMC, η οποία ιδρύθηκε το 1987, λάνσαρε ένα νέο μοντέλο παραγωγής, στο οποίο βασίστηκαν μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες για να φτιάξουν τους δικούς τους ημιαγωγούς. Οσο αυξάνονταν οι εταιρείες που ανέθεταν σε τρίτους την παραγωγή τσιπ, τόσο περισσότερο έλεγχο συγκέντρωνε η TSMC.
Ενα κομμάτι της βιομηχανίας τσιπ που παρέμεινε στην Ευρώπη βρίσκεται κοντά στη Δρέσδη, όπου τα εργοστάσια εξειδικεύονται στην παραγωγή ημιαγωγών και αισθητήρων για αυτοκίνητα. Ωστόσο, ακόμα κι αυτές βασίζονται στην TSMC για τα πιο προηγμένα μοντέλα τσιπ.
«Αυτή τη στιγμή, το ευρωπαϊκό οικοσύστημα χρειάζεται αυτή τη στήριξη από την Ταϊβάν», είπε στους NYT o Radek Holy, αντιπρύτανης στο Czech Technical University. Ωστόσο, η επέκταση στο εξωτερικό έχει σημαντικές δυσκολίες. Η TPC, η εταιρεία από την Ταϊβάν, η οποία επί χρόνια κατασκευάζει τους αγωγούς που μεταφέρουν τα αέρια στα εργοστάσια της TSMC, αντιμετώπισε πολλά προβλήματα στη Γερμανία από τη γραφειοκρατία για τη βίζα και τη γλώσσα μέχρι τον εγκλιματισμό των ντόπιων στην κουλτούρα της εταιρείας.
Τέτοιου είδους ανησυχίες, καθόλου ασυνήθιστες για μία εταιρεία που επεκτείνεται στο εξωτερικό, μπορεί να βάλουν τρικλοποδιές στις ήδη υψηλές προσδοκίες από ένα εργοστάσιο τσιπ, που αποτελεί σύγχρονο «ναό» της αποδοτικότητας και της ακρίβειας. Πρώτης προτεραιότητας για την TPC είναι η πρόσληψη εξειδικευμένων εργαζομένων, οι οποίοι θα μπορούν να δουλέψουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα στη Γερμανία. Ορισμένοι Ευρωπαίοι μηχανικοί, όμως, προτιμούν να δουλεύουν σε ντόπιες εταιρείες παρά σε κάποια επιχείρηση της Ταϊβάν, η οποία μπορεί να απαιτεί μεγάλα και συχνά ταξίδια ή διαθεσιμότητα 24 ώρες το 24ωρο. Ακόμα και η μίσθωση χώρου γραφείων κοντά στο αεροδρόμιο της Δρέσδης χρειάστηκε οκτώ μήνες λόγω των περιορισμένων επιλογών που δίνονται σε μία ξένη εταιρεία.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ελπίζουν ότι το πρότζεκτ της TSMC θα αποτελέσει καταλύτη για περαιτέρω επενδύσεις, δημιουργώντας ένα μεγαλύτερο οικοσύστημα τσιπ και περίπου 10.000 θέσεις εργασίας στην περιοχή.
Η Τσεχία, που συνορεύει με τη γερμανική Σαξονία, προσεγγίζει επίσης την Ταϊβάν, προωθώντας μία περιοχή μία ώρα μακριά από τη Δρέσδη για τη χημική της βιομηχανία και τα σχετικά χαμηλά κόστη.
Ενώ ο ενθουσιασμός είναι μεγάλος, η πραγματικότητα ενέχει δυσκολίες. Σε σύγκριση με την Ταϊβάν, η κατασκευή ενός εργοστασίου στην Ευρώπη κοστίζει σχεδόν το διπλάσιο και η αδειοδότηση μπορεί να καθυστερήσει τα σχέδια κατά ολόκληρους μήνες. Στην Ταϊβάν, η TSMC έχει συνηθίσει να διασφαλίζει γρήγορα τους αναγκαίους πόρους και τις κυβερνητικές εγκρίσεις για την ασταμάτητη επέκτασή της. Η εταιρεία έχτιζε κατά μέσο όρο τρία εργοστάσια τον χρόνο επί περίπου μία δεκαετία. Σχεδόν όλα βρίσκονται στην Ταϊβάν. Ο ρυθμός μάλιστα επιταχύνθηκε με τη «μανία» γύρω από το ΑΙ, με αποτέλεσμα η TSMC να ανακοινώσει τον Απρίλιο την κατασκευή οκτώ επιπλέον εργοστασίων.
Οσο η TSMC και το δίκτυό της εξετάζουν το πλαίσιο επέκτασης στο εξωτερικό, στην Ταϊβάν επικρατεί αναστάτωση και διάχυτος φόβος, καθώς πολλοί θεωρούν τον κλάδο των τσιπ ως οικονομικό πυλώνα και ασπίδα εναντίον πιθανής επιθετικότητας από την Κίνα. Την περασμένη εβδομάδα, η πρώην πρόεδρος της Ταϊβάν Tsai Ing-wen επισκέφθηκε τη Δρέσδη και έκανε τουρ στις εγκαταστάσεις. Ενθάρρυνε τους μηχανικούς από την Ταϊβάν που βρίσκονται εκεί «να εργαστούν σκληρά στο εξωτερικό, χωρίς όμως να ξεχάσουν ποτέ την Ταϊβάν».
moneyreview.gr με πληροφορίες από NYT



























